Συνέντευξη του Λευτέρη Πανούση για το βιβλίο «Ο Χριστός σταμάτησε στου Γκύζη»

1) Αγαπητέ Λευτέρη, είσαι ένας άνθρωπος που δε χρειάζεται συστάσεις, καθώς η γραφίδα σου είναι πασίγνωστη σε όσους ασχολούνται με την ενημέρωση μέσω διαδικτύου. Τι σε κάνει να γράφεις και τι σημαίνει για σένα το μέσο που καλείται «ιστολόγιο»;

Καταρχήν καλά κάμεις και εντοπίζεις το [ένοχο] πάθος μου στη γραφή. Κι αληθώς, δεν είμαι δημοσιογράφος, ούτε επιφυλλιδογράφος, ούτε χρονογράφος, ούτε δοκιμιογράφος, ούτε καν “καλλιγράφος” [αν ζούσαμε στην εποχή των χειρογράφων, οι μόνοι που θα μπορούσαν να διαβάσουν χειρόγραφά μου, θα ήταν οι φαρμακοποιοί…]

Αυτοπροσδιορίζομαι ως απλός συγγραφέας – ήγουν ένας άνθρωπος που αντιλαμβάνεται τον κόσμο, όχι ενόσω τον ζει αλλα ενόσω τον “γράφει”.

Συνεπώς, αν θέλω να “πλησιάσω” έναν άνθρωπο ή αν θέλω να ερμηνεύσω ένα γεγονός ή αν θέλω να γευτώ στο έπακρο ενα αίσθημα [οδυνηρό ή ευχάριστο, αδιάφορον] δεν μου φτάνει να το “ζήσω” στην πραγματικότητα. Πρέπει να το ανάγω στην υπερπραγματικότητα της νόησης.

Ο Προυστ έχει μιλήσει πρώτος γι’ αυτό το σύνδρομο – του να “ξανακερδίζεις” τη ζωή σου, με το να την αφηγηθείς.

“Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο”, είναι ο τίτλος του ενός και μοναδικού [αλλά κολοσσιαίου] έργου του. Και με τη φράση: “Χαμένο Χρόνο” ο Προυστ εννοούσε όλη του τη ζωή, προτού τη νοηματοδοτήσει μεσώ της συγγραφής της.

Το έγραψε για να ζήσει ουσιαστικά τη ζωή του!

Ε λοιπόν αυτό κάμω κι εγώ με το γράψιμο.

Ανακαλύπτω τα όσα ατελώς έζησα δια των αισθήσεων, προσθέτοντας τους την υπέρ-αισθηση του Λογού.

Παλιότερα έγραφα στο χαρτί και εξέδιδα στο χαρτί, μέχρι να με κόψουν οι εκδότες, επειδή ήμουν εθνικιστής. Όταν ανακάλυψα το διαδίκτυο, έγινα ένας φανατικός του διαδικτυακού λογού. Τώρα γράφω κατεξοχήν για το διαδίκτυο και δευτερευόντως για το χαρτί.

Μπορώ να σου πω ότι ο διαδικτυακός λόγος είναι παρόμοιος με το πέρασμα από τη λογοτεχνία του προφορικού λογού, στην τέχνη του γραπτού λογού.

Στον αρχαίο κόσμο, οι περισσότεροι συγγράφεις έγραφαν τα έργα τους με δεδομένο ότι θα αναγνωσθουν δια της λαλιάς σε κάποιο ακροατήριο. Ο Ηρόδοτος παραδείγματος χάριν διάβαζε δημοσιά τα κείμενα του στους Ολυμπιακούς Αγώνες.

Η δυνατότητα του αναγνώστη να διαβάζει σιωπηλά και κατά μονάς ένα έντυπο κείμενο, είναι πολύ πιο πρόσφατη διαδικασία και αναπτύσσεται μετά την εφεύρεση της τυπογραφίας.

Όπως κάθε αλλαγή εκφραστικού μέσου λοιπόν, η κατά μονάς ανάγνωση της λογοτεχνίας, και δη του μυθιστορήματος, που ξεκινάει με τον Θερβάντες, αναγκάζει τους συγγράφεις να δοκιμάζουν και να επαναπροσδιορίζουν τα εκφραστικά τους μέσα.

Το διαδίκτυο και δη το διαδικτυακό λογοτεχνικό κείμενο, έρχεται να αντικαταστήσει τον έντυπο λόγο, αναγκάζοντας επίσης τους συγγράφεις να επαναπροσδιορίσουν τα εκφραστικά τους μέσα.

Γι αυτό βρίσκω τόσο συναρπαστική τη διαδικτακη γραφή, τα ιστολογία και τις ιστοσελίδες.

Ανοίγουν καινούριους ορίζοντες…



2) Τι ήταν αυτό που σε ώθησε στη συγγραφή του πρώτου σου βιβλίου με τίτλο «Η Παναγία των νερών»;

Πρόκειται για ένα ιστορικό μυθιστόρημα, που διαδραματίζεται στο Βυζάντιο, στην εποχή της εικονομαχίας.

Πάντα με απασχολούσε η ανθρωπινή συνθήκη, σε ακραίες κοινωνικές καταστάσεις.

Στην Παναγιά των Νέρων, οι “ήρωες” μου, βιώνουν μια ακραία σε βια, σε παραλογισμό και σε συγκρούσεις εποχή.

Οι έρωτες τους, τα πάθη τους, οι ζωές τους δοκιμάζονται στον έσχατο βαθμό.

Κι αυτή την υπαρξιακή αγωνιά του ανθρώπου, στο μεταίχμιο της έξωθεν κοινωνικής σύγκρουσης, προσπάθησα να την κάμω να ακουστεί.

Α, και κάτι ακόμα…

Οι ήρωες μου δεν είναι καθαρά αποκυήματα νοητικής κατασκευής. Η τεχνική μου είναι να “στήνω αυτί” για να ακούσω τι έχει να μου πει ένας χαρακτήρας. Κατά κάποιον τρόπο λειτουργώ ως ενδιάμεσος. Διαμεσολαβώ ώστε μια σκιά που με πλησιάζει, να αποκτήσει ανθρωπινή υπόσταση μέσα από τη λογοτεχνία.

Δεν αποφασίζω εγώ το τι θα συμβεί στους ήρωες μου. Απλώς ακούω τη δική τους αφήγηση και τους αφήνω ελεύθερους να καταστραφούν ή να σωθούν…

Γι αυτό άλλωστε απεχθάνομαι στη λογοτεχνία την προπαγάνδα και τα συνθήματα…


3) Γέννημα θρέμμα Γκυζιώτης. Τι ήταν η περιοχή Γκύζη κάποτε και τι σήμαινε για το νεαρό Λευτέρη;

Τώρα πια δεν υπάρχει συνοικία Γκύζη. Υπάρχουν τα Μικρά Τίρανα, με ολίγον μουσουλμανικό πληθυσμό.

Η συνοικία Γκύζη ήταν άλλοτε η θεατρική σκηνή – το αμφιθέατρο – εντός του οποίου ανελίσσονταν η προσωπική μου ζωή, εν μεσώ της ζωής της κοινότητας.

Σήμερα είναι τόπος εξορίας ενός Ελληνα, που βρέθηκε αιχμάλωτος των βάρβαρων…

4) Οι αναμνήσεις κι η νοσταλγία για το παρελθόν της συνοικίας που μεγάλωσες ήταν η αφορμή για τη συγγραφή του βιβλίου «Ο Χριστός σταμάτησε στου Γκύζη»;

Όχι ακριβώς…

Ήδη σου ανέφερα ότι οι “ήρωες” μου, δεν πηγάζουν από μένα! Δεν είναι κτήματα μου – όπως δεν ήσαν κτήματα μου οι ερωμένες μου.

Τους δίδω βεβαίως τη δυνατότητα να υπάρξουν μέσα από την λογοτεχνική αφήγηση αλλά δεν είναι “μικροί Λευτερηδες”

Είναι ελεύθερα πλάσματα, με τις δίκες τους ζωές, τα δικά τους λάθη και τις δίκες τους τραγωδίες [ή κωμωδίες]

Τους “ακούω” να μου μιλούν και μεταφέρω τη λαλιά τους ως ενδιάμεσος.

Αυτό έχει και οδυνηρές συνέπειες ενίοτε, διότι πολλοί αναγνωστες/τριες νομίζουν ότι μιλάω για προσωπικές εμπειρίες…

Συνεπώς, υπάρχει πολύ λίγος [έως καθόλου] Λευτέρης στους χαρακτήρες του έργου μου.

Πρόκειται για διαφορετικά πρόσωπα, με διαφορετικές ζωές, που απλώς βρήκαν τον τρόπο να αποκτήσουν λαλιά, μέσα από μένα…

5) Ο τίτλος της ιστορίας που αποτελεί και τον τίτλο του βιβλίου σου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Έκτωρ», έχει γίνει και ταινία μικρού μήκους με πρωταγωνιστή τον Άκη Σακελλαρίου. Πώς προέκυψε αυτό;

Η σκηνοθέτις Αμέρισσα Μπάστα και ο σκηνοθέτης και παράγωγος Δημήτρης Νάκος διάβασαν το διήγημα μου: “Ο Χρίστος σταμάτησε στου Γκύζη” και ήρθαν σε επαφή μαζί μου, για να το γυρίσουν ταινία. Συνεργάστηκα στο σενάριο με τον Δ. Νάκο και προέκυψε το συγκεκριμένο φιλμ, το οποίο προβλήθηκε σε πολλά φεστιβάλ, εντός και εκτός Ελλάδος και απέσπασε βραβεία…

Το αφήγημα αυτό καθώς και ένα άλλο, με τίτλο: “Η Τιμή της Αννας” είχαν γίνει μια εποχή περιζήτητα στο διαδίκτυο. Πολλοί άνθρωποι τα έστελναν με μεηλ στους φίλους τους ή τα αναδημοσίευαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, συχνά χωρίς να αναφέρουν το όνομα μου…

6) Απ’ όλους τους πρωταγωνιστές των μικρών ιστοριών του βιβλίου σου ξεχωρίζει με διαφορά η Γιώτα, το θηλυκό παλαιάς κοπής. Μια γυναίκα εξαιρετικά ερωτεύσιμη κι αφοπλιστικά γοητευτική, σύμφωνα με την περιγραφή που κάνεις. «Πάει να λιώσει το αρσενικό μπροστά στο θηλυκό που θαυμάζει», έλεγε ο Δραγούμης. Είναι επικίνδυνα τέτοια θηλυκά, όπως αποδεικνύει η ιστορία σου. Πιστεύεις ότι οι άνδρες αδιαφορούν ενώπιον του θηλυκού κινδύνου ή δε αντιλαμβάνονται καν την ύπαρξή του επειδή τους τυφλώνει το νάζι και η ομορφιά;

Καταρχήν να σου πω ότι δεν βρίσκω επικίνδυνα αυτά τα “απολυτά θηλυκά” σαν τη Γιώτα.

Βρίσκω επικίνδυνη την άγνοια των ανδρών, για τη βαθύτερη φύση της γυναικάς…

Τους άνδρες πρέπει κατά κανόνα να μας χωρίζει κανείς σε δυο φάσεις.

Τη φάση προ της εκσπερμάτωσης και τη φάση μετά την εκσπερμάτωση.

Στην πρώτη φάση, στην οποία δυστυχώς παραμένουν κολλημένοι η πλειοψηφία των ανδρών, ισχύει αυτό που έλεγαν οι κυνικοί της αρχαιότητας.

Λύχνου σβησθεντος, πάσα γυνή όμοια…

Στη δεύτερη φάση, στην οποία ευτυχώς καταφέρνουν να περάσουν κάποιοι άνδρες, αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε ότι η γυναικά είναι μια ανεξερεύνητη ήπειρος, την οποία όσα χρόνια και αν τη χαρτογραφούμε, πάντα θα παραμένει ένα κομμάτι της, εντελώς άγνωστο και αχαρτογράφητο…

Όταν κανείς περάσει σ΄αυτη τη φάση, τότε λίγη σημασία έχει το νάζι και η ψιμυθιασμενη μάσκα της αγοραίας ομορφιάς…


7) Το βιβλίο είναι πολύ σκληρό κι αυτό είναι κοινώς αποδεκτό απ’ όποιον το διάβασε. Είναι τόσο σκληρό όσο κι η πραγματικότητα της σύγχρονης εποχής ή η σκληρότητά του είναι αποτέλεσμα των φόβων του συγγραφέα για το μέλλον;


Όπως ήδη προσπάθησα να το κάμω κατανοητό, οι ήρωες μου δεν είναι δημιουργήματα του δικού μου μυαλού.

Είναι πραγματικοί άνθρωποι, που μου έχουν εμπιστευθεί τα μυστικά της ζωής τους.

Συνεπώς. η σκληρότητα προκύπτει από τη σκληρότητα της ίδιας της σύγχρονης ζωής.

Εγώ απλώς τη μεταφέρω και τη μεταφέρω όπως τη βιώνουν οι άνθρωποι.

Χωρίς αναισθητικό και χωρίς φτιασίδια…

8) Τέλος, θα ήθελα να μας πεις δυο λόγους για τους οποίους κάποιος πρέπει να διαβάσει το βιβλίο σου «Ο Χριστός σταμάτησε στου Γκύζη».

Πρώτον και σημαντικότερο για να ψυχαγωγηθεί. Να απολαύσει την επαφή του – τη γνωριμία του – με αλλά πρόσωπα, με άλλες ζωές, με αλλά λάθη…

Κι ύστερα για να έχει μια ωμή, σκληρή και αφτιασιδωτη εικόνα, του τι συνέβη στη συνοικία Γκύζη και το τι συμβαίνει σε όλη την παλιά Ελλάδα – νυν Ισλαμογρεκία…

Ο Δήμος Κυριλίδης για το πρώτο του βιβλίο «Η άλλη Βεατρίκη»

11 Νοεμβρίου, 2021

Ο Αντρέας Αντρέου μιλά για «το μέλλον των παιδιών μας»

11 Νοεμβρίου, 2021